Του Θανάση Παπαδή
Με αργούς ρυθμούς κινείται η διαδικασία για τη δημιουργία του θεσμικού πλαισίου που θα ρυθμίζει τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια, λύνοντας αφενός έτσι τα χέρια των τραπεζιτών και αφετέρου βάζοντας τέλος στην αβεβαιότητα για χιλιάδες επιχειρήσεις που είναι υπερχρεωμένες.
Η Τράπεζα της Ελλάδας κάνει συνεχείς εκκλήσεις προκειμένου να δοθεί λύση σε ένα χρόνιο πρόβλημα, αλλά δυστυχώς από την πλευρά της κυβέρνησης δεν υπάρχει η ενδεδειγμένη βούληση να δοθεί άμεση λύση και επιλέγεται η πρακτική της παράτασης.
Οι επενδυτές μπροστά σε αυτή την κωλυσιεργία, εμφανίζονται διστακτικοί προκειμένου να προβούν σε οποιαδήποτε κίνηση και αναμένουν, ενώ και οι μέτοχοι των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων -όσοι βέβαια έχουν τη δυνατότητα και την πρόθεση- είναι εγκλωβισμένοι, αφού όσο το τοπίο παραμένει θολό, δεν κάνουν καμία απολύτως κίνηση, προκειμένου να ενισχύσουν κεφαλαιακά τις επιχειρήσεις τους.
Ένα άλλο ζήτημα, κάθε άλλο παρά ήσσονος σημασίας, είναι και το γεγονός ότι και το εγχώριο σύστημα παραμένει εγκλωβισμένο και δεν μπορεί να δει την επόμενη ημέρα επιστροφής στην κανονικότητα και ενίσχυσης της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Η άμμος στην κλεψύδρα δείχνει να τελειώνει και το θέμα νομοθετικής ρύθμισης των «κόκκινων» χρειάζεται να επιλυθεί άμεσα και ή δυνατόν πριν να ξεκινήσει ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς για την αξιολόγηση του προγράμματος.
Παίζουν καθυστέρηση
Έχουν περάσει πάνω από δύο μήνες μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και η κυβέρνηση δεν έχει υλοποιήσει καμία από τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει για τη δημιουργία αποτελεσματικότερου πλαισίου αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων.
Έχουν περάσει πάνω από δύο μήνες μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και η κυβέρνηση δεν έχει υλοποιήσει καμία από τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει για τη δημιουργία αποτελεσματικότερου πλαισίου αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων.
Όπως προβλέπεται στο επικαιροποιημένο Μνημόνιο, θα έπρεπε έως το τέλος Ιουνίου η κυβέρνηση να νομοθετήσει την κάλυψη στελεχών για αστικές και ποινικές ευθύνες από αναδιαρθρώσεις δανείων και να τροποποιήσει το πλαίσιο εξωδικαστικής διευθέτησης χρεών (γνωστό και ως Νόμος Δένδια).
Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι η αναμόρφωση του πλαισίου εξωδικαστικής ρύθμισης αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο της δεύτερης αξιολόγησης.
Είναι κοινό μυστικό ότι κανένας υπάλληλος τράπεζας δεν θέλει να βάλει την υπογραφή του σε ρύθμιση δανείου, φοβούμενος πιθανές συνέπειες, αφού μέχρι σήμερα δεν του παρέχεται καμία απολύτως νομική κάλυψη. Στο Μνημόνιο υπάρχει σαφής περιγραφή όλων των κινήσεων που πρέπει να γίνουν, αλλά δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί τίποτε απολύτως. Οι άξονες που πρέπει να κινηθεί η αναμόρφωση του πλαισίου εξωδικαστικής διευθέτησης, έχουν καταγραφεί, αλλά δεν έχουν εξειδικευτεί.
Τι αναμένει η αγορά
Η σημαντικότερη από τις αλλαγές που αναμένει η αγορά να λάβει σάρκα και οστά είναι η χορήγηση της δυνατότητας στις τράπεζες να προχωρούν στη μετοχοποίηση δανείων, χωρίς την προηγούμενη συναίνεση των μετόχων, εφόσον μια τέτοια παρέμβαση διασφαλίζει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και έχει τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των πιστωτών.
Η σημαντικότερη από τις αλλαγές που αναμένει η αγορά να λάβει σάρκα και οστά είναι η χορήγηση της δυνατότητας στις τράπεζες να προχωρούν στη μετοχοποίηση δανείων, χωρίς την προηγούμενη συναίνεση των μετόχων, εφόσον μια τέτοια παρέμβαση διασφαλίζει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και έχει τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των πιστωτών.
Η καθυστέρηση των αλλαγών στο θεσμικό πλαίσιο (Νόμος Δένδια) δυσκολεύει, αν όχι αφαιρεί, τη δυνατότητα από τις τράπεζες να ασκήσουν ενεργή διαχείριση στα «κόκκινα» δάνεια. Δεν μπορούν να πιέσουν τους μετόχους των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, αλλά ούτε μπορούν να προχωρήσουν σε αποτελεσματική ρύθμιση, που θα περιλαμβάνει και «κούρεμα» υποχρεώσεων, αφού φοβούνται τις νομικές συνέπειες. Επιλέγουν κατά συνέπεια να βγάλουν στο «σφυρί» αξιόλογα ακίνητα, στερώντας από τις επιχειρήσεις σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, αφού μία τέτοια κίνηση είναι ουσιαστικά ανέξοδη και νομικά προστατευμένη.
Όμως το ζητούμενο στην παρούσα φάση δεν είναι αυτό, αλλά η ενεργή ρύθμιση - διαχείριση των δανείων. Να υπάρξουν ουσιαστικές αναδιαρθρώσεις, που από την μία θα προστατεύουν στο μέτρο του δυνατού τις απαιτήσεις που έχουν οι τράπεζες και από την άλλη θα δίνουν ανάσα στις επιχειρήσεις. Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις επιχείρησης που χρειάζεται άμεση ρύθμιση δανείων, με ταυτόχρονο «κούρεμα» υποχρεώσεων και ένεση φρέσκου χρήματος, είναι αυτή της «Μαρινόπουλος». Όσο όμως δεν υπάρχει το πλαίσιο, τόσο θα καθυστερεί η εξεύρεση λύσης με ό,τι αυτό σημαίνει για την αγορά, τους εργαζόμενους και την οικονομία στο σύνολό της.
Αλλαγές στα Δ.Σ.
Το πλαίσιο όμως αυτό, δεν είναι το μόνο που λειτουργεί ανασταλτικά στην ξεκαθάρισμα του τοπίου. Οι αλλαγές στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών, αλλά και του ΤΧΣ, καθυστερούν και, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, κανένας τραπεζίτης δεν πρόκειται να λάβει κάποια σημαντική απόφαση.
Το πλαίσιο όμως αυτό, δεν είναι το μόνο που λειτουργεί ανασταλτικά στην ξεκαθάρισμα του τοπίου. Οι αλλαγές στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών, αλλά και του ΤΧΣ, καθυστερούν και, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, κανένας τραπεζίτης δεν πρόκειται να λάβει κάποια σημαντική απόφαση.
Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, τον Σεπτέμβριο θα υπάρξουν ευρύτερες ανακατατάξεις σε πρόσωπα και δομές, που θα επηρεάσουν ακόμη και κλεισμένες συμφωνίες για ανάθεση διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αλλαγές θα υπάρξουν και στις Επιτροπές Αξιολόγησης Δανείων. Όσο είναι «δεμένα» τα χέρια των τραπεζιτών, αυτοί επιλέγουν, αντί να δίνουν λύσεις να αναζητούν ασφαλείς προσεγγίσεις σε κάθε ανοικτό ζήτημα. Έτσι ζητούν από ανεξάρτητους εκτιμητές μελέτες προκειμένου να λάβουν την όποια απόφαση. Οι περιπτώσεις της Ιχθυοκαλλιέργειας και της Χαλυβουργίας είναι ενδεικτικές, αν και διαφορετικές. Στις μεν Ιχθυοκαλλιέργειες οι τράπεζες, μέτοχοι και πιστωτές των Νηρεύς και Σελόντα αναθέτουν με καθυστέρηση μηνών στις Alvarez and Marshall, PwC και Lazard την εκπόνηση master plan (για το 2017 και βλέπουμε η απόπειρα πώλησης των Νηρεύς και Σελόντα), ενώ οι τιμές της τσιπούρας έχουν αρχίσει να υποχωρούν. Στελέχη του κλάδου εκτιμούν ότι η υποχώρηση των τιμών θα ενταθεί τους επόμενους μήνες και ως εκ τούτου οι τράπεζες κινδυνεύουν να δρομολογήσουν την πώληση των συμμετοχών τους σε ένα δυσκολότερο περιβάλλον.
Την ίδια στιγμή αναθέτουν στην Alvarez and Marshall ( θέμα Αναστασίας) την εκπόνηση μελέτης για το πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί το over capacity στη Χαλυβουργία, όταν δύο από τις τρεις μεγάλες εταιρείες του κλάδου υπολειτουργούν και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα έχουν ανέλθει στο 70% των συνολικών χορηγήσεων!
Χαλυβουργία
Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του κλάδου, αυτή τη στιγμή Σιδενόρ, Χαλυβουργική και Χαλυβουργία Ελλάδος απασχολούν μόλις 300 χιλιάδες τόνους από παραγωγική δυναμικότητα που ξεπερνά τα 3 εκατ. τόνους, με τη Σιδενόρ να βρίσκεται στην καλύτερη θέση μεταξύ των άλλων δύο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του κλάδου, αυτή τη στιγμή Σιδενόρ, Χαλυβουργική και Χαλυβουργία Ελλάδος απασχολούν μόλις 300 χιλιάδες τόνους από παραγωγική δυναμικότητα που ξεπερνά τα 3 εκατ. τόνους, με τη Σιδενόρ να βρίσκεται στην καλύτερη θέση μεταξύ των άλλων δύο.
Γ. Στουρνάρας
Χρειάζονται άμεση λύση
Χρειάζονται άμεση λύση
Ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας έχει διαγνώσει τον κίνδυνο που εγκυμονεί η συνεχής και εν πολλοίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο θέμα της ρύθμισης των δανείων και χτυπά το «καμπανάκι» σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται. Άριστος γνώστης της αγοράς και του τραπεζικού συστήματος κατανοεί ότι όσο οι τράπεζες είναι εγκλωβισμένες στο σημερινό πλαίσιο, τότε όχι μόνο υπονομεύεται η λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και της προσπάθειας που καταβάλλει η ελληνική οικονομία να γυρίσει σελίδα και να περάσει στην ανάπτυξη.
Θεωρεί ότι χωρίς τη δημιουργία αποτελεσματικότερου πλαισίου αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων και την απουσία επιθετικών πολιτικών από τις τράπεζες, η κατάσταση όχι μόνο δεν θα γίνει καλύτερη αλλά θα χειροτερεύσει, έστω και αν βελτιωθεί το μακροοικονομικό περιβάλλον.
Ο διοικητής της ΤτΕ μετά την παρέμβασή του στη Βουλή κατά την παρουσίαση της έκθεσης νομισματικής πολιτικής, όπου και ζήτησε καλύτερα στελέχη στις τράπεζες, στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στην ανάγκη αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Η ΤτΕ προειδοποιεί ότι στον βαθμό που οι τράπεζες δεν προβούν σε αναδιαρθρώσεις χαρτοφυλακίων τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αναμένεται να αυξηθούν και το 2016, ακόμη και στην περίπτωση ομαλοποίησης των μακροοικονομικών συνθηκών.
http://www.imerisia.gr/