Παρά το γεγονός ότι τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά αντιμετωπίζονται ως μία ενιαία γιορτή, υπάρχουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές.
Μία από αυτές είναι ο αριθμός των κουραμπιέδων και των μελομακάρονων στις εορταστικές πιατέλες. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και ο αριθμός και των μεν και των δε είναι σαφώς μικρότερος απ’ ό,τι το βράδυ των Χριστούγέννων.
Η βασικότερη όμως διαφορά είναι μάλλον η τσόχα.
Υπάρχουν βέβαια οι φανατικοί των σπορ της τράπουλας που ξεδιπλώνουν τις τσόχες τους και ξεσκονίζουν το κουτί με τις μάρκες ήδη από την ημέρα που στολίζουν και το χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Για τους περισσότερους πάντως, η κατεξοχήν ημέρα της χαρτοπαιξίας και των άλλων τυχερών παιχνιδιών είναι η παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
Στα τυχερά παιχνίδια και στην μακραίωνη σχέση των Ελλήνων με αυτά αναφέρονται τα «Αθηναϊκά Νέα» της παραμονής Πρωτοχρονιάς του 1935.
«Είναι αλήθεια ότι καταγόμεθα από προγόνους χαρτοπαίκτας. Οι παλαιοί Έλληνες δεν εγνώριζον βεβαίως την πρέφα, τον μπακαρά, το πόκερ και την λοιπήν άφθονον παραγωγήν της τράπουλας (…) διότι η τράπουλα ήτο άγνωστος εις την εποχήν των. Εγνώριζαν όμως πολλά άλλα παιγνίδια μέω των οποίων προσέφερον τας θυσίας των προς την τυφλήν θεάν της τύχης, με την ελπίδα ότι κάποτε θα ευαρεστηθή ν’ ανοίξη τα μάτια της να τους ιδή».
Οι κύβοι
Από τα πιο παλιά τυχερά παιχνίδια ήταν οι κύβοι, όπως ονομάζονταν τότε τα ζάρια. Ήταν αγαπημένο παιχνίδι και των Ελλήνων, από την εποχή της αρχαιότητας και μέσω Βυζαντίου και Τουρκοκρατίας έφτασε ως τις μέρες μας.
«Εις τα “κυβεία”, τας λέσχας της εποχής, κόσμος άφθονος συνηθροίζετο περί την τράπεζαν του παιγνιδιού, την “τηλίαν” (σ.σ. τραπεζάκι με περιφέρεια που εξείχε για να μην πέφτει το αλεύρι κατά το ζύμωμα και ως εκ τούτου ιδανικό για να μην πέφτουν κάτω τα ζάρια), κατέθετε μπροστά του τας «εκθέσεις» (σ.σ. τις μάρκες) και παρηκολούθει με αγωνίαν πόσα «ική – μπιρ» (σ.σ. το «ασσόδυο» στα τούρκικα), “ντόρτια”, εξάρες κλπ έβγαζε το γαϊδουροκόκκαλο»
Επειδή υπήρχε πάντα ο κίνδυνος, να «πειράξει» κάποιος τα ζάρια, καθώς τα ρίχνει, οι κύβοι δεν ρίχνονταν στο τραπέζι απευθείας με το χέρι.
«Τα ζάρια, προς αποφυγήν της ταχυδακτυλουργίας ερρίπτοντο διά ποτηρίου, το οποίον είχε πλατείαν βάσιν και ωνομάζετο φορμίσκος ή κήθιον, πολλοί δε ήσαν και τότε όπως και σήμερον οι εξ επαγγέλματος μπαρμπουτιέρηδες, οι οποίοι έζων κλέπτοντες τους συμπαίκτας των και οι οποίοι ήσαν γνωστοί εις την κοινωνίαν υπό το όνομα «οι από τηλίας νεανίσκοι».
Οι αρχαίες κοκορομαχίες
Ψηλά στις προτιμήσεις των αρχαίων Ελλήνων ήταν και οι κοκορομαχίες για τις οποίες εκτρέφονταν κόκκορες με ειδικό τρόπο.
«Ως αναφέρει εις τους νόμους του ο Πλάτων, πολλοί νέοι αλλά και πρεσβύται Αθηναίοι έτρεφον και εγύμναζον αλέκτορας διά τας αλεκτρυονομαχίας, όπως δε σήμερον οι αγγλικου αίματος ίπποι θεωρούνται ως οι καλλίτεροι δια τας ιπποδρομίας, έτσι και τότε ως καλλίτεροι διά τας αλεκτρυονομαχίας εθεωρούντο οι αλέκτορες της Τανάγρας, της Ρόδου, της Μήλου και της Χαλκίδος.
»Οι αλέκτορες αυτοί ετρέφοντο με εκλεκτάς τροφάς, μεταξύ δε άλλων τους εδίδοντο σκόρδα και κρομμύδια, τα οποία φαίνεται τους καθίστων περισσότερον θυμοειδείς και μαχητικούς»
Οι κόκορες, που φορούσαν στα πόδια τους ένα είδος χάλκινων σπιρουνιών, ώστε τα χτυπήματά τους στους αντιπάλους να είναι πιο δυνατά, πάλευαν πάνω σε ειδικά τραπέζια.
Αρχικά το βραβείο περιοριζόταν στο να πάρει ο νικητής τον ηττημένο κόκορα, ο οποίος τις περισσότερες φορές ήταν νεκρός.
Αργότερα, «ήρχισαν και τα χρηματικά στοιχήματα, τα οποία έλαβον τοιαύτην έκτασιν, ώστε πολλάκις εχάνοντο εις αυτά ολόκληροι περιουσίαι».
Η Μάχη του Μαραθώνα
Υποστηρίζεται η άποψη ότι καθοριστικό ρόλο στην καθιέρωση των «αλεκτρυονομαχιών» στην Αθήνα, με ειδικό νόμο, έπαιξε η Μάχη του Μαραθώνα:
«Ο Θεμιστοκλής αναχωρών διά το πεδίον της μάχης ηγούμενος τμήματος του αθηναϊκού στρατού, συνήντησε καθ’ οδόν δύο αλέκτορας οι οποίοι είχον συμπλοκή μέχρι αίματος.
»Αμέσως εσταμάτησε την πορείαν και είπε προς τους στρατιώτας:
«Βλέπετε αυτά τα πτηνά που μάχονται μεταξύ των με τόσον πείσμα;
Δεν μάχονται ούτε διά την πατρίδα, ούτε διά τους πατρώους θεούς και τους προγονικούς ήρωας, ούτε διά την ελευθερίαν,
αλλ’ απλώς και μόνον διά λόγους φιλοτιμίας.
Φαντάζεσθε επομένως ποίον είνε το ιδικόν μας καθήκον»».
Ρωμαϊκός και Βυζαντινός τζόγος
Ιδιαίτερα δημοφιλείς ήταν οι κοκορομαχίες και στη Ρώμη σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που προκάλεσαν κοινωνικό ζήτημα.
«Διακυβεύοντο εις αυτάς τεράστια χρηματικά ποσά. Επειδή δε, ως συνήθως συμβαίνη με τα παιγνίδια αυτά πολλοί έχασαν τας περιουσίας των και πολλαί πτωχαί οικογένειαι το ψωμί των, εδημιουργήθη κοινωνικόν ζήτημα το οποίον υπεχρέωσε την πολιτείαν να λάβη αυστηρά μέτρα προς καταπολέμησιν του κακού».
Έτσι απαγορεύθηκε διά νόμου κάθε παιχνίδι εκτός από εκείνα «εφ’ οις εγίνετο ανδρείας επίδειξις».
Επιτρέπονταν δηλαδή μόνο τα αγωνίσματα και οι πολεμικές τέχνες μέσω των οποίων οι άνδρες εξασκούσαν το σώμα τους και επιδείκνυαν τη δύναμη και το θάρρος τους.
Απαγορεύσεις αναγκάσθηκε να επιβάλει και ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός «λόγω των προόδων ως φαίνεται της χαρτοπαιξίας (…) καθορίσας μάλιστα ως επιτρεπόμενα αγωνίσματα μόνον τα κλασικά τοιαύτα της αρχαιότητος των οποίων το έπαθλον ήτο ο εκ δάφνης ή ελαίας στέφανος»
Στη φετινή παραμονή πρωτοχρονιάς , ελέω Covid-19, οι απαγορεύσεις θυμίζουν αρκετά περιορισμούς εφηβικής ηλικίας. Έχουν να κάνουν με το τι ώρα πρέπει να γυρίσουμε στο σπίτι ή μέχρι πόσους φίλους μπορούμε να καλέσουμε σε αυτό.
Χωρίς να έχουμε την πρόθεση να ωθήσουμε τους αναγνώστες μας στον τζόγο, οι αποψινές συνθήκες μοιάζουν μάλλον ιδανικές για τυχερά παιχνίδια.
Λίγη υπομονή ακόμη και του χρόνου με το καλό, που θα είμαστε, όπως κάθε χρόνο μέχρι τώρα, στριμωγμένοι σε μπαρ, σαλόνια και αυτοκινητοδρόμους, θα μπορούμε να απονείμουμε ο ένας στον άλλον «εκ δάφνης ή ελαίας στεφάνους» για την καρτερικότητα και την εγκράτεια που επιδείξαμε το 2020.
https://www.in.gr/