Εχασε τη γη κάτω απ’ τα πόδια της η θεια-Σκεύω η Γιαλινίτσα, όταν έμαθε πως ο γιος της βρίσκεται άρρωστος με χολέρα στην απομόνωση ενός ερημόνησου.
Μεταμφιέζεται σε άντρα και καταφέρνει να διοριστεί φύλακας στα μολυσμένα πλοία που έχουν αράξει στο νησί. Πλήθος κόσμου στοιβαγμένος εκεί πέρα, και η αισχροκέρδεια πάει σύννεφο. Οι ντόπιοι, από το απέναντι μεγάλο νησί, εκμεταλλεύονται άσπλαχνα την ανάγκη για τροφή και νερό των φτωχών ανθρώπων που μένουν αναγκαστικά σε καραντίνα. Η Σκεύω βρίσκει τον γιο της και τον γιατροπορεύει, με τη βοήθεια του γιατρού, που έχει κι αυτός άθελά του μπει σε καραντίνα, αλλά δείχνει ακάματη διάθεση προσφοράς και κέφι. Η εθελόντρια νοσηλεύτρια, ο γιατρός… Υπάρχει και ο παπάς ή μάλλον ο καλόγερος. Αυτός στενοχωριέται για τα ζωντανά του, που του τα κλέβουν και τα τρώνε τα πλήθη που βρέθηκαν ξαφνικά στο ερημόνησό του. Κλαίει για την όρνιθά του που του την ξεκοκάλισαν πριν ανοιγοκλείσει τα βλέφαρά του. Εντέλει όμως τα χαρίζει όλα, και τα ζωντανά και τα τυροκομικά του, παραχωρώντας ακόμα και το κελί του στη γριά Σκεύω.Φυσικά μιλάμε για το υπέροχο διήγημα του Παπαδιαμάντη «Βαρδιάνος στα σπόρκα», φύλακας στα μολυσμένα πλοία – με τον εξωτικό τίτλο σε ρυθμό αμφίβραχυ. Το διήγημα αναφέρεται στην επιδημία χολέρας του 1865 και δημοσιεύεται το 1893, όταν μια νέα επιδημία απειλούσε και την Ελλάδα. Με θουκυδίδειους τόνους ο Παπαδιαμάντης περιγράφει τη γενικευμένη εχθροπάθεια: «Κακή υποψία, δυσπιστία και ιδιοτέλεια χωρούσα μέχρις απανθρωπίας εβασίλευε πανταχού. Ολα ταύτα ήσαν εις το βάθος και ο φόβος της χολέρας ήτο εις την επιφάνειαν. Θα έλεγέ τις ότι η χολέρα ήτο μόνον πρόφασις, και ότι η εκμετάλλευσις των ανθρώπων ήτο η αλήθεια».
Κι όμως πρόκειται για ένα από τα πιο χαριτωμένα κείμενα του Σκιαθίτη, από τα πιο χιουμοριστικά και τα πιο φιλάνθρωπα. Πλάι στις περιγραφές του ζόφου, της εκμετάλλευσης και της κακοδιοίκησης, προβάλλουν οι φωτεινές μορφές της Σκεύως, του γιατρού, του ιερωμένου. Η Σκεύω είναι η ιδεατή νοσηλεύτρια: ας σώσει τον άρρωστο, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής της. Το παιδί της, με το χαρακτηριστικό όνομα Σταύρος, είναι ενδεχομένως η άρρωστη, η πάσχουσα ανθρωπότητα, κι αυτή, η Σκεύω, είναι η εθελόντρια και η ταγμένη στην ανακούφισή της. Ο γιατρός, ο Γερμανός Βίλελμ Βουντ (ιστορικό πρόσωπο), προσφέρει την επιστήμη του μαζί με κουράγιο, ενώ καπνίζει το τσιμπούκι του και αστειεύεται. (Ενας θετικός ήρωας-γιατρός από έναν συντηρητικό συγγραφέα, κατά παράβαση των ηθισμένων στους αντινεωτερικούς συγγραφείς: ας το σημειώσουμε.) Και ο ιερωμένος ξεπερνάει την πρόσδεσή του στα υλικά του κόσμου τούτου, τα δίνει όλα στους μη έχοντες. Ο σπουδαίος συγγραφέας φροντίζει να κρύψει το μεγαλείο των μορφών του μέσα στα κωμικά χαρακτηριστικά που τους προσδίδει – γι’ αυτό είναι σπουδαίος.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, δυστυχώς όχι σαν φάρσα, αλλά σαν μια νέα τραγωδία. Για καλή μας τύχη, η πολιτεία έδειξε τώρα το καλό (όχι άψογο) πρόσωπό της. Εχει κάνει πολλά βήματα μπρος από τότε που ο Παπαδιαμάντης παρατηρούσε ότι «το πλείστον κακόν οφείλεται αναντιρρήτως εις την ανικανότητα της ελληνικής διοικήσεως. Θα έλεγέ τις ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες διά να αποδειχθεί ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν». Η Εκκλησία, φευ, έδειξε το πιο οπισθοδρομικό της πρόσωπο: αντί για όρνιθα και κατσικάκια, έδωσε στον πλησίον επικίνδυνα «αντίδωρα» και κάποτε μισαλλοδοξία. Τον οίκο της δεν τον χάρισε στον πάσχοντα (θα τον χάριζε αν τον έκλεινε χωρίς παζάρια), αντίθετα τον κράτησε ανοικτό για να περιφέρεται χρυσοστόλιστη. Ευτυχώς υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις.
Το πιο συγκλονιστικό που μας συνέβη σε αυτή την πανδημία είναι αναμφίβολα η εθελοντική προσφορά, οι πολλαπλασιασμένες μορφές της θειας-Σκεύως της Γιαλινίτσας. Οι γενναίες νοσηλεύτριες και νοσηλευτές, οι γενναίοι γιατροί, που με κίνδυνο της ζωής τους πρόσφεραν και προσφέρουν για να σώσουν ζωές. Κάποιοι νόσησαν, κάποιοι πέθαναν. Συγκλονισμένοι, κλίνουμε το γόνυ μπροστά τους.
Η νέα χρονιά μάς φέρνει ως δώρο το εμβόλιο. Είναι το καινούργιο μεγάλο επίτευγμα της ανθρωπότητας. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα η επιστήμη έδωσε την απάντηση στον σκληρότατο εχθρό. Ο γιατρός Βουντ σίγουρα θα πετούσε τη σκούφια του. Αλλά και ο Παπαδιαμάντης, ο συντηρητικός, που ζωγράφισε όμως με αγάπη τη μορφή του γιατρού του, θα εμβολιαζόταν, πιστεύω, από τους πρώτους.
* Η κ. Αγγέλα Καστρινάκη είναι καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας και πεζογράφος, κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.
https://www.kathimerini.gr/