Οι πυρκαγιές που έπληξαν τις προηγούμενες ημέρες την Ελλάδα είναι σύμπτωμα μιας παγκόσμιας τάσης προς πιο καταστροφικές και υψηλού κόστους φωτιές.
Οι περιοχές που επλήγησαν από τις πυρκαγιές το περασμένο καλοκαίρι εκτείνονται σε όλο τον πλανήτη – από τη Σιγκαπούρη και τη Μόσχα έως την Μπραζίλια και πολλές πόλεις των δυτικών ΗΠΑ. Ενώ οι πυρκαγιές ήταν πάντα υπαρκτό φαινόμενο σε περιοχές με μεσογειακό κλίμα, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία, τελευταίως έχουμε δει πύρινα μέτωπα άνευ προηγουμένου σε μέρη όπως ο Αμαζόνιος και η Γροιλανδία, που θεωρούνταν ανέγγιχτα από τη φωτιά, καθώς δεν είχαν πληγεί για χιλιάδες χρόνια. Βασική αιτία για την τάση αυτή είναι η αύξηση της θερμοκρασίας παγκοσμίως, που παρατείνει τις περιόδους ξηρασίας και τις κάνει πιο θερμές, δημιουργώντας τις συνθήκες για μεγαλύτερες και πιο ζημιογόνες πυρκαγιές. Αν η τάση συνεχιστεί, οι πυρκαγιές θα γίνουν ακόμα πιο ανεξέλεγκτες.
Οι τοπικές συνέπειές τους μπορεί να είναι καταστροφικές, αλλά ο αντίκτυπός τους εκτείνεται πολύ πέρα από τις κοινότητες που πλήττονται άμεσα. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, οι δαπάνες καταστολής και ελέγχου των πυρκαγιών καλύπτουν πλέον την πλειονότητα των κονδυλίων των δασικών υπηρεσιών, που έχουν έτσι απομακρυνθεί από τη λογική της ενεργού αποκατάστασης του δάσους. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και στην Ε.Ε.
Καθώς συνεχίζουν να αυξάνονται οι θερμοκρασίες διεθνώς, οι πιέσεις αυτές θα ενταθούν. Ως απάντηση, μπορούμε να καταστήσουμε συγκεκριμένα μέρη λιγότερο ευάλωτα στις πυρκαγιές, μέσω της σωστής διαχείρισης των δασών, τον χωροταξικό σχεδιασμό, μέτρα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των κοινοτήτων, κ.ά. Το πιο σημαντικό εργαλείο, όμως, είναι οι προσπάθειες για την αντιστροφή της υπερθέρμανσης του πλανήτη – μία επένδυση που μπορεί να μειώσει τους κινδύνους της πυρκαγιάς παντού.
Η Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα επιβραδύνει σταδιακά την τάση αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Στο παρελθόν, αυτό είχε επιχειρηθεί κυρίως μέσω της απόσυρσης ή του ελέγχου των πηγών των εκπομπών, όπως τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού με την καύση άνθρακα, τα ενεργειακά μη αποδοτικά μέσα μεταφοράς και η αποψίλωση. Πιο πρόσφατα, κάποιοι από εμάς που ανησυχούμε για τον αργό ρυθμό της μείωσης των εκπομπών εξερευνούν τρόπους να την επιταχύνουν, μέσω της απορρόφησης αερίων του θερμοκηπίου που βρίσκονται ήδη στην ατμόσφαιρα. Αντί να κάνουμε απλώς λιγότερη ζημιά, πιστεύουμε ότι μπορούμε να κάνουμε περισσότερο καλό.
Τα φυτά όλων των ειδών το πετυχαίνουν αυτό κάθε μέρα, όπως έκαναν εδώ και εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια, μέσω της φωτοσύνθεσης. Τα δάση και άλλες μορφές βλάστησης σήμερα απορροφούν σχεδόν το 1/5 των παγκόσμιων εκπομπών ετησίως. Αυτό το όφελος θα μπορούσε να αυξηθεί με την κατάλληλη διαχείριση, αλλά θα τεθεί σε κίνδυνο αν συνεχιστεί η τάση υπερθέρμανσης.
Καθώς η κλιματική αλλαγή συνεχίζει να εντείνει τους κινδύνους που συνδέονται με τις πυρκαγιές, η πυροσβεστική προσέγγιση απέναντι στο φαινόμενο δεν θα είναι βιώσιμη. Καθώς εργαζόμαστε για να καταστήσουμε τα δάση πιο ανθεκτικά, πρέπει παράλληλα να στραφούμε στις μεθόδους που αντιμετωπίζουν τη ρίζα του προβλήματος. Τα δάση και άλλα οικοσυστήματα έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε αυτό. Η διορατική διαχείριση των δασών, στην Ελλάδα και αλλού, θα μπορούσε να ωφελήσει τόσο τους πληθυσμούς που ζουν κοντά στο πράσινο όσο και την παγκόσμια κοινότητα.
* O δρ Τζέισον Φανκ είναι επικεφαλής θεμάτων χρήσεων γης στο Center for Carbon Removal.
http://www.kathimerini.gr/