Για πρώτη φορά εδώ και αιώνες, επιστήμονες και μάλιστα Έλληνες του ΕΜΠ αποκαλύπτουν την αυθεντική επιφάνεια αυτού που παραδοσιακά θεωρείται πως είναι ο τάφος του Ιησού Χριστού.
Χτισμένος στον Ναό της Αναστάσεως του Κυρίου ή Ναό του Παναγίου Τάφου στη χριστιανική συνοικία της παλαιάς πόλης της Ιερουσαλήμ, ο τάφος ήταν καλυμμένος από μάρμαρο τουλάχιστον μέχρι το 1555 μ. Χ. και πιθανότατα αρκετούς αιώνες νωρίτερα. H αποκλειστική είδηση όπως και το βίντεο που θα δείτε, έρχεται από το National Geographic ενώ τον Νοέμβριο αναμένεται και ειδική εκπομπή για το θέμα στο National Geographic Channel.
«Το μάρμαρο που καλύπτει τον τάφο απομακρύνθηκε και μείναμε έκπληκτοι με τον όγκου του υλικού που βρισκόταν από κάτω», δηλώνει ο Fredrik Hiebert, αρχαιολόγος του National Geographic Society ο οποίος μετέχει στο πρόγραμμα αποκατάστασης. «Θα είναι μια μακρά επιστημονική ανάλυση, ωστόσο θα μπορέσουμε τελικά να δούμε την πρώτη πέτρινη επιφάνεια πάνω στην οποία, σύμφωνα με την παράδοση, εναποτέθηκε το σώμα του Ιησού».
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, το σώμα του Ιησού Χριστού μετά την σταύρωσή του από τους Ρωμαίους το 30 ή το 33 μΧ, τοποθετήθηκε πάνω σε μια πλάκα ή «ταφικό κρεβάτι» λαξευμένο από ασβεστόλιθο, δίπλα σε μια σπηλιά. Όπως πιστεύουν οι Χριστιανοί, ο Χριστός αναστήθηκε μετά τον θάνατο και οι γυναίκες που πήγαν για να μυρώσουν το σώμα του τρεις ημέρες μετά την ταφή, δήλωσαν πως δεν βρήκαν τη σορό του.
Η ταφική πλάκα σήμερα περικλείεται από ένα οικοδόμημα γνωστό ως Κουβούκλιο, το οποίο έχει χτιστεί γύρω από τον τάφο και αναστηλώθηκε τελευταία φορά το διάστημα 1808-1810, αφού είχε καταστραφεί εξαιτίας πυρκαγιάς.
Σε αυτό το Κουβούκλιο αλλά και στον εσωτερικό τάφο πραγματοποιούν εργασίες αποκατάστασης ομάδα επιστημόνων από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο της Αθήνας, υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Αντωνίας Μοροπούλου, όπως γράφει η Kristin Romey στο National Geographic.
Η έκθεση του ταφικού κρεβατιού δίνει στους ερευνητές μια άνευ προηγουμένου δυνατότητα να μελετήσουν την αρχική επιφάνεια αυτού που θεωρείται ως το πιο ιερό μνημείο της Χριστιανοσύνης. Η ανάλυση του αρχικού βράχου μπορεί να βοηθήσει τους επιστήμονες να κατανοήσουν καλύτερα όχι μόνο την αρχική μορφή του ταφικού θαλάμου αλλά και το πώς εξελίχθηκε σε κορυφαίο τόπο λατρείας που προσελκύει τους πιστούς από τότε που εντοπίστηκε και αναγνωρίστηκε από την Αγία Ελένη, μητέρα του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, το 326 μΧ.
«Είμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο για την αποκατάσταση του Κουβουκλίου» λέει η κ.Μοροπούλου. «Οι τεχνικές που χρησιμοποιούμε για την καταγραφή αυτού του μοναδικού μνημείου θα επιτρέψουν στον κόσμο να μελετήσει τα ευρήματά μας σαν να ήταν οι ίδιοι μέσα στον τάφο του Χριστού».
Η στιγμή της αποκάλυψης
Οι πόρτες της Εκκλησίας είχαν κλείσει από νωρίς- ώρες πριν το καθιερωμένο, αφήνοντας το προβληματισμός πλήθος των προσκυνητών και τουριστών να στέκονται μπροστά στις τεράστιες ξύλινες πύλες. Στο εσωτερικό, ένα μεγάλο πλήθος συντηρητών, Φραγκισκανοί (μοναχοί) με τα λιτά καφέ ράσα τους, Ελληνορθόδοξοι ιερείς με τα ψηλά μαύρα καπέλα τους και Κόπτες με τις κεντημένες κουκούλες τους, είχαν περικυκλώσει την είσοδο του Κουβουκλίου. Και πάνω από τους αυτούς ξεπρόβαλε η πρόσοψη του ναού των αρχών του 19ου αιώνα, με τα περίτεχνα γλυπτά που καλύπτονταν σιδερόβεργες και πορτοκαλί ταινίες.
Στο εσωτερικό του τάφου, που συνήθως λάμπει μονάχα ένα αχνό φως από κεριά, υπάρχουν τώρα δυνατά φώτα που πέφτουν στο μικρό κελί, αποκαλύπτοντας μικρές λεπτομέρειες που συνήθως δεν είναι εύκολα ορατές. Η μαρμάρινη πλάκα που καλύπτει την Αγία έδρα είχε αποτραβηχτεί από τον τοίχο. Από κάτω υπήρχε μια γκρι-μπεζ μαρμάρινη επιφάνεια. «Τι είναι;» αναρωτήθηκε ένας εκ των συντηρητών. «Δεν ξέρουμε ακόμη» απάντησε εκείνη τονίζοντας θα πρέπει να γίνει χρήση ειδικών επιστημονικών εργαλείων.
Τη διαχείριση του Ναού της Αναστάσεως μοιράζονται έξι Εκκλησίες μεταξύ των οποίων η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, η Ρωμαιοκαθολική και η Αρμενική Ορθόδοξη Εκκλησία οι οποίες έχουν και τον κύριο έλεγχο ενώ παρουσία έχουν επίσης οι Κόπτες, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αιθιοπίας και η συριακής κοινότητα. Θέμτα για τμήματα της τοποθεσίας που θεωρούνται κοινοί χώροι λατρείας, όπως ο τάφος, ρυθμίζονται βάσει του status quo που απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη όλων των Εκκλησιών. οι οποίοι κάλεσαν το ΕΜΠ για να αναλάβει την αποκατάσταση.
Έξω από το Κουβούκλιο, ο Πατριάρχης Θεόφιλος Γ' Ιεροσολύμων, στεκόταν παρακολουθώντας τις εργασίες. «Χαίρομαι που η ατμόσφαιρα είναι τόσο ξεχωριστή, υπάρχει μια διακριτική ευδαιμονία. Εδώ έχουμε Φραγκισκανούς, Αρμένιους, Έλληνες, Μουσουλμάνους φρουρούς και Εβραίους αστυνομικούς. Ελπίζουμε και προσευχόμαστε πως αυτό θα αποτελέσει ένα αληθινό μήνυμα πως το αδύνατον μπορεί να γίνει δυνατό. Χρειαζόμαστε όλοι ειρήνη και αμοιβαίο σεβασμό».
Η αναστήλωση ενός ιερού μνημείου
Η αναστήλωση του Κουβουκλίου των αρχών του 19ου αιώνα ήταν ένα ζήτημα που απασχολούσε εδώ και δεκαετίες. Υπέστη καταστροφές κατά τη διάρκεια σεισμού το 1927 και οι βρετανικές αρχές αναγκάστηκαν να ενισχύσουν το κτίριο το 1947 με ακαλαίσθητα δοκάρια, τα οποία τοποθέτησαν εξωτερικά και παραμένουν μέχρι σήμερα. Προβλήματα μεταξύ των εκπροσώπων των Εκκλησιών αλλά και η έλλειψη οικονομικών πόρων καθυστέρησαν την επισκευή του.
Το 2015, το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ, με την συμφωνία των δύο άλλων μεγάλων κοινοτήτων, κάλεσε το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο της Αθήνας (το οποίο προηγουμένως είχε πραγματοποιήσει εργασίες αποκατάστασης στην Ακρόπολη και την Αγιά Σοφιά) να μελετήσει το Κουβούκλιο. Έτσι τον Μάρτιο του 2016 συμφωνήθηκε να ξεκινήσουν εργασίες αποκατάστασης που θα ολοκληρωθούν την Άνοιξη του 2017. Τα έργα αποκατάστασης υπολογίζεται πως θα κοστίσουν περίπου 4 εκατ. ευρώ, τα οποία προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από δωρεές όπως του Βασιλιάς της Ιορδανίας, Αμπντουλάχ, το World Monument Fund και από την Mica Ertegun, χήρα του Ahmet Ertegun συνιδρυτή της Atlantic Records που δώρισε 1,7 εκατ. δολάρια.
http://www.huffingtonpost.gr/